Λακωνική Τομή

Το είχαμε μάθει από την παιδική μας ηλικία: Από τα Χριστούγεννα και μετά μαζεύουμε ελιές στο χωριό, να βγει το λάδι της χρονιάς.
Οι γονείς μας, εικάζω τώρα ως μεσήλικας, το είχαν προγονικό τάμα. Μέσα από την επανάληψη φαίνεται να τους έγινε χούγι, εγγραμμένο στα δωρικά τους γονίδια: να μην αφήνουν χρονιά για χρονιά μακριά από τις ελιές. Έτσι, έγινε το χωράφι ταυτόσημο του ελαιώνα, κτήμα που κληροδοτήθηκε από γενιά σε γενιά στα τέσσερα παιδιά του παππού Μυνήδα (κοράκλες δεν απόκτησε), μεταξύ των οποίων κι ο πατέρας μας. Οι σχολικές αργίες του χειμώνα, για την οικογένεια των εκπαιδευτικών, συνώνυμο του χωριού Βρονταμάς Λακωνίας.

Βρονταμάς Λακωνίας
Βρονταμάς Λακωνίας

Μέχρι και την εφηβεία μας δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής από τη διαδικασία της ελαίας. Βοηθούσε τόσο ο τόπος, όσο κι ο καιρός στα πατρικά εδάφη. Στη λακωνική πεδιάδα οι χειμώνες είναι ήπιοι, αισθητοί κυρίως από αργά το βράδυ ως νωρίς το πρωί. Μετά αχνίζει η γη κάτω από το λαμπρό ήλιο κι ας φέγγει πέρα από τον ορίζοντα των απλωμένων δένδρων ο λευκός Ταΰγετος. Η εμπειρία στο χωράφι συμπεριλάμβανε το βούλιαγμα στο λασπωμένο χώμα κάτω από τη δροσιά της χρυσοπράσινης φυλλωσιάς. Μέχρι το μεσημέρι μούλιαζε κι η μασχάλη στο ίδρωμα από το ίσιο τράβηγμα του καρπού με το λανάρι.
Αφηνόμασταν στα κίνητρα της όσμωσης προς τα έξω“, σκέφτομαι τώρα τυλιγμένος την ιατρική ποδιά. Το σύριγμα των καρδιακών παλμών στο προθάλαμο του χειρουργείου κυνηγάει τη νύστα από τις σκέψεις, εξάλλου σε λίγο θα περάσει ο νέος χρόνος το κατώφλι της εφημερίας.

πέρα από τον ορίζοντα ο λευκός Ταΰγετος
πέρα από τον ορίζοντα ο λευκός Ταΰγετος

Με το που τελείωνε ο μόχθος το απόγευμα, κυριαρχούσε μια εύθυμη βιασύνη για επιστροφή στο σπίτι. Ή, αλλιώς διατυπωμένα, η όσμωση προς τα μέσα. Το θαμπό φως του λαμπτήρα συγχρωτιζόταν με το σφυγμό του αέρα στις φαγωμένες κάσες των παραθύρων, δίνοντας την προτροπή για κουβέντα. Η συμάζωξη – αμφιθεατρικά οι συγγενείς κάθε βαθμού – με τις παλάμες αντικριστά γύρω από την πυρακτωμένη σόμπα ήταν δοκίμιο ακρόασης και λόγου. Μετά το ψήσιμο της πιταρούδας στη λαμαρίνα ερχόταν η ψηλάφηση της κούρασης. Ο τριγμός του ξύλινου πατώματος στον ύπνο της στρωματσάδας έσερνε το πρώτο όνειρο.
Η οικογενειακή αίσθηση της ολότητας“, χαϊδεύω ακόμα τη μνήμη μου, σχεδόν γυμνός στα στενά αποδυτήρια να ψάχνω για μάσκα προσώπου και κάλυμμα μαλλιών. Έξω ακούγονται αραιά και που τζούφια πυροτεχνήματα.

χαϊδεύω τη μνήμη μου, σχεδόν γυμνός
χαϊδεύω τη μνήμη μου, σχεδόν γυμνός

Στη Λακωνία αποτινάζεται μονομιάς η πεπατημένη της αστικής περιβολής, καθώς ο κάματος του χωραφιού ανακαλεί την αρχαϊκή αποδοχή του σώματος ως εργαλείο και της ψυχής ως ενόραση.
Η αγέραστη μητέρα τρίβεται με τα υλικά στην κουζίνα, πριν μοιράσει το φαγητό στο ανισόπεδο τραπέζι. Έπειτα ερχόταν η τρεχάλα για μπάνιο στην κρυάδα του πλυσταριού, που ήδη ανάβλυζε την ορμή της νέας χρονιάς. Το νέο έτος θα έρθει, με τη σειρά του, ως μικροδιακοπή ηλεκτρικού ρεύματος – ένα αδιανόητο ΤΣΑΚ στο ρελιέ του πίνακα- ως κατάποση ανάσας από τον αποσταμένο πατέρα που λαγοκοιμάται στην τριμμένη κουβέρτα. Η επακόλουθη τσίκνα από την εορταστική τηγανιά τα μεσάνυχτα αφήνει ατάραχη τη λιπόσαρκη γιαγιά: βουβή μετράει με το βλέμμα τους τοίχους του πατρικού στο πέρασμα των οιωνών. Ο καινούριος καζαμίας, με τους σοφιστές, τα άστρα και τα ζώα στο άφθαρτο εξώφυλλο, θα βρει τη θέση του κοντά στους στους στωικούς Αγίους, δίπλα στο μαξιλάρι της.

ένα αδιανόητο ΤΣΑΚ στο ρελιέ του πίνακα
ένα αδιανόητο ΤΣΑΚ στο ρελιέ του πίνακα

Δεν υπάρχει πια επιστροφή, δεν υπάρχει νοσοκομειακή φυγή” αναμασάω τις λέξεις, κρατώντας τα χέρια ψηλά να στεγνώσει το αντισηπτικό. Υπάρχει η αναταραχή στη βαθιά ριζωμένη οσμή των μυροβόλων ελιών, χωμένες στα τσουβάλια, πεταμένες στη ρυμούλκα του τρακτέρ, στο δρόμο για το λιοτρίβι. Λαδωμένος από τα λιπαρά σακιά, ξαπλωμένος επάνω τους, με το φρύδι στραμμένο στη δύση του ήλιου, την ακοή οξυμένη στο θρόισμα των πουλιών και την αναπνοή κοφτή από τις εκκρίσεις της χλόης, ρεμβάζει ο έφηβος εαυτός.

ρεμβάζει ο έφηβος εαυτός
ρεμβάζει ο έφηβος εαυτός

Σταυρώνω τα δάκτυλα να πιάσω το νυστέρι. Ο παφλασμός του αναπνευστήρα πάνω από το διασωληνωμένο κεφάλι αναμοχλεύει ολιγοσύλλαβη προσευχή. Νεύω στον αναισθησιολόγο πως μπορεί να ξεκινήσει το χειρουργείο.
Parakalo, μου απαντάει με αλπική προφορά. Τόσο αφαιρετικά όσο και γραμμικά.

Τομή Λοιπόν, Καλή Χρονιά σε Όλους!

Τόσο αφαιρετικά όσο και γραμμικά

Στη μνήμη της μητέρας μου †31.12.2018.
_Για την αγάπη του πατέρα μου
και την υπομονή της γυναίκας μου_.

αναμοχλεύει ολιγοσύλλαβη προσευχή

Leave a comment

Your email address will not be published. Required fields are marked *